- μονόλιθος
- Ονομασία δύο οικισμών.
1. Ημιορεινός οικισμός (334 κάτ., υψόμ. 290), της Ρόδου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αταβύρου του νομού Δωδεκανήσου
2. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ., 405 κάτ.), της Θήρας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θήρας του νομού Κυκλάδων.
* * *-η, -ο (ΑΜ μονόλιθος, -ον, Α ιων. τ. μουνόλιθος, -ον)αυτός που έχει κατασκευαστεί ή αποτελείται από έναν μόνο λίθονεοελλ.-μσν.το αρσ. ως ουσ. ο μονόλιθοςμεγάλος λίθος που αποτελείται από ένα μόνο κομμάτι.[ΕΤΥΜΟΛ. < μον(ο)-* + λίθος (πρβλ. λευκό-λιθος)].
Dictionary of Greek. 2013.